Μύθοι και… φαντάσματα στο Ηράκλειο

Athletic And the City και φαντάσματα στην πόλη μας. Παρότι το Ηράκλειο δεν έχει τις περισσότερες… μεταφυσικές “εμπειρίες” το ίντερνετ έχει ιστορίες της πόλης που σίγουρα δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητες.

Το ανεξήγητο και το μεταφυσικό ποτέ δεν το έπιασε ο ανθρώπινος νους. Ίσως, επειδή πρόκειται για κάτι που ακόμα και σήμερα δεν το πιστεύει ο εγκέφαλος μας με αποτέλεσμα να μην το δέχεται. Προσωπικά, πιστεύω ότι κάτι… υπάρχει μετά τον θάνατο (λόγω κάποιων πρόσφατων εμπειριών) και γενικά δεν μπορώ να αμφισβητήσω εκείνους που πιστεύουν σε αυτές τις ιστορίες.

Στο διαδίκτυο πάντως υπάρχουν αρκετές ιστορίες που και μόνο να τις διαβάσεις, σηκώνεται η τρίχα σου…

Ξεκινάμε από εκείνη που είναι πιο πρόσφατη (χρονολογικά) από όλες, όπως την βρήκαμε δημοσιευμένη σε ιστοσελίδα που ασχολείται με ιστορίες του ανεξήγητου. Αφορά το κτίριο που βλέπετε στην κεντρική φωτογραφία και βρίσκεται επί της Αγίου Μηνά, λίγα μέτρα πριν τον Μητροπολιτικό ναό. Θυμάμαι εκείνο το κτίριο πάντα κλειστό. Βλέπετε, ο πατέρας μου στην δεκαετία του ’90 εργαζόταν σε ένα ξυλουργείο που βρίσκεται ακριβώς δίπλα και πάντα μου άρεσε να παρατηρώ με λεπτομέρεια σπίτια άλλων, παλιότερων δεκαετιών.

Αναλυτικά…

«Είμαι ο Γιάννης και είμαι από Ηράκλειο Κρήτης. Λοιπόν έχω μια σχετική απορία. Στο κέντρο του Ηρακλείου και συγκεκριμένα στον Άγιο Μηνά κοντά, στα 100 μέτρα περίπου δεξιά υπάρχει ένα μεγάλο σπίτι, κάτι σαν παλιό αρχοντικό. Βλέποντάς το απʼ έξω φαίνεται να είναι τουλάχιστον 100-120 ετών κτίριο, είναι κάπως αναπαλαιωμένο. έχει μεγάλες κολώνες σαν κίονες στην είσοδο της πόρτας του και η αυλή είναι κλεισμένη με 2 μεγάλες καγκελόπορτες με κάτι παράξενα σύμβολα.

Λέγεται ότι αυτό το σπίτι παλαιότερα το χρησιμοποιούσαν για κηδείες και μνημόσυνα οικογένειες που είχαν μικρά σπίτια και δεν μπορούσαν να φιλοξενήσουν τον κόσμο που ερχόταν, δεν ξέρω βέβαια. Και περνάω στο παράξενο της υπόθεσης. Συχνά με την κοπέλα μου τώρα που είναι καλοκαιράκι κάνουμε βολτούλες τα βράδια με την μηχανή. Μια μέρα λοιπόν κι ενώ ήμασταν με το αμάξι, της έλεγα γι αυτό το σπίτι με αποτέλεσμα να θέλουμε να περάσουμε από κει γύρω στις 3 το βράδυ. Πήγαμε λοιπόν και χωθήκαμε μέσα στο στενό που βρίσκεται το σπίτι. Έκατσε και το είδε και ξεκινήσαμε να φύγουμε. Λόγω του ότι δεν με έβαζε να φύγω ευθεία λόγω του ότι έχω μεγάλο αυτοκίνητο ξεκίνησα να φύγω όπισθεν σιγά σιγα.

Λοιπόν οι αισθητήρες πάρκινγκ είχαν τρελαθεί, όλοι ξέρουμε τι είναι οι αισθητήρες. Χτυπούσαν συνεχώς λες και ήταν κάποιος πίσω από το αυτοκίνητο, με τα πολλά φύγαμε. Αγχωθήκαμε αρκετά ωστόσο κι ακούγαμε και κάτι παράξενους θορύβους . Όμως η περιέργεια είναι περιέργεια. Πήγαμε και πήραμε την μηχανή και πάμε πάλι από κει. Την στιγμή λοιπόν που ήμασταν ακριβώς στο σπίτι, στα πλάγια συγκεκριμένα, η μηχανή σβήνει, όχι δεν είναι καμία παλιατζούρα, bmw gs 2008 μοντέλο, πατάω μίζα αλλά τίποτα, νεκρή απολύτως. Είχαν σβήσει τα πάντα ακόμα και το λαμπάκι της νεκράς και τα φώτα πορείας αλλά το κυριότερο είναι ότι όλη η μηχανή ήταν πλήρως ακινητοποιημένη. Γυρνάμε κι εγώ και η κοπέλα μου αυτομάτως να δούμε πίσω μας γιατί τουλάχιστον εγώ ένιωθα μια παρουσία απροσδιόριστη θα έλεγα. μετά από λίγο πήρε μπροστά μόνη της παρακαλώ. Περνάει μια βδομάδα σχεδόν. Έχω και μια δεύτερη μηχανή πέρα από το gs και την άλλαξα με μια καινούρια μιας κι έχω και λόξα με τα μηχανοκίνητα.

Κάναμε πάλι βόλτες αυτή την φορά με την ολοκαίνουρια μοτοσικλέτα. Μας μπαίνει πάλι η ιδέα να περάσουμε από κει και πάμε και πάλι. Μπαίνουμε κλασσικά στο στενό και μόλις φτάνουμε στο σπίτι πάλι τα ίδια, νεκρή η μηχανή, σβήνει και δεν έπαιρνε και πάλι. Μετά από 2-3 λεπτά πήρε, ωστόσο και πάλι ακούγαμε θορύβους παράξενους εκείνη την στιγμή. Φυσικά την κάναμε γρήγορα γρήγορα. Πες την πρώτη φορά απλά έτυχε, την δεύτερη όμως? Αν κι ακόμα και στην πρώτη φορά ο λόγος ήταν ανεξήγητος και πάλι. αλλά και δεύτερη φορά και με άλλη μηχανή»

Ακολουθεί μια ιστορία που αφορά την συνοικία της Αγίας Τρίαδας. Εκεί μεγάλωσα και πάντα αποτελεί το δεύτερο “σπίτι μου” ενώ πρόκειται για μια από τις πιο ιστορικές συνοικίες του Ηρακλείου όπου ακόμα, εάν πάει κάποιος, θα δει σπίτια και εικόνες άλλων προηγούμενων δεκαετιών. Η παρακάτω αφήγηση του (ανώνυμου) ιδιοκτήτη είχε φτάσει στα αυτιά μου όταν ήμουν μικρό παιδί και κυκλοφορούσε πάντα στους δρόμους της Αγίας Τριάδας ως θρύλος και δοξασία. Δεν μου κάνει λοιπόν εντύπωση που μετά από (αρκετά) χρόνια την είδα στο διαδίκτυο.

Στη συνοικία της Αγίας Τριάδας, σε ένα από τα πολλά και μισό-ερειπωμένα σπίτια που βρίσκονται στη περιοχή, υπάρχει ένα διώροφο παλιό σπίτι που οι ιδιοκτήτες του το εγκατέλειψαν στη μοίρα του εδώ και πολλά χρόνια κι όχι βέβαια για να μεταφερθούν σε κάποιο άνετο διαμέρισμα αλλά επειδή δεν άντεχαν περισσότερο τα ανεξήγητα ουρλιαχτά που κάθε χρόνο, για όλο το μήνα Απρίλη, τρυπούσαν τα αυτιά τους.«Δεν θα σου πω και τίποτα καινούργιο, ότι θα σου πω όλοι εδώ στη γειτονιά το ξέρουν» λέει χαρακτηριστικά ο ιδιοκτήτης- που είναι ακόμα ιδιοκτήτης μια και το γνωστό του θέματος δεν τον βοήθησε να ξεφορτωθεί τη παλιά μονοκατοικία αν και θα το ήθελε πολύ- «οπότε δεν κινδυνεύω ούτε γραφικός να φανώ κι ένα παραπάνω ούτε τρελός. Το σπίτι αυτό λοιπόν το πήρε με κλήρο ο πατέρας μου όταν ήλθε από τη Μικρά Ασία, του έκατσε εξ ανάγκης δηλαδή και όχι από επιλογή, και από τότε ήδη όλοι οι ντόπιοι, με υπονοούμενα ασφαλώς κι όχι ευθέως μια και δεν τον ήξεραν ακόμα και δείλιαζαν να του πουν την αλήθεια, του συνιστούσαν να σηκωθεί και να φύγει το δυνατόν συντομότερο. Εκείνος βέβαια, στην αρχή που πρωτομπήκε μέσα, Νοέμβρης μήνας ήτανε αν δε κάνω λάθος, πίστεψε πως οι συστάσεις προέκυψαν από ζήλια για το μεγάλο και πολυτελές, για την εποχή του, σπίτι που πήρε κι αφού δεν έβλεπε τίποτα το περίεργο δεν έδωσε σημασία.Το περίεργο το είδε, ή μάλλον το άκουσε, για πρώτη φορά μερικούς μήνες μετά κι έκτοτε το βλέπαμε και το ακούγαμε όλοι για πολλά χρόνια, έως που φύγαμε… με το που έμπαινε ο Απρίλης τα ουρλιαχτά μιας γυναίκας τρυπούσαν τα αυτιά όλων μας εκεί μέσα και δεν μπορεί βέβαια να ήταν ομαδική παράκρουση.

Αυτό λοιπόν, για τη πρώτη φορά μιλώ τώρα, συνεχίστηκε για όλο το μήνα και τότε μόνο ο πατέρας μου κατάλαβε τα υπονοούμενα των γειτόνων, ρώτησε και έμαθε πως το σπίτι αυτό κάποτε ήταν κάποιου Τούρκου άρχοντα που η μοναχοκόρη του αγάπησε ένα δικό μας, τόλμησε να αντισταθεί στη θέληση του πατέρα της απαιτώντας να την παντρευτεί και να αλλαξοπιστήσει, κι εκείνος για να την τιμωρήσει την έκλεισε στο υπόγειο βαρώντας της κάθε βράδυ τριάντα βουρδουλιές μπας και να την αναγκάσει να αλλάξει γνώμη. Το μαρτύριο φυσικά της κοπέλας δεν κράτησε για πολύ, πάνω κάτω μια βδομάδα άντεξε τις βουρδουλιές του πατέρα της και την υγρασία του υπογείου και μετά υπέκυψε, κι από τότε κάθε χρόνο, τον μήνα Απρίλη πάντα που έγινε το περιστατικό , όλοι εδώ στη γειτονιά άκουγαν τις ίδιες κραυγές πόνου που άκουγαν και όταν ζωντανή ακόμα τη χτυπούσε ο πατέρας της.

Όπως καταλαβαίνεις οι συνθήκες της εποχής μας κράτησαν αναγκαστικά δέσμιους σε τούτο το σπίτι για κάμποσα χρόνια, μ’ αυτή την αίσθηση της φρίκης να μας ζώνει κάθε που ακούγαμε τα γυναικεία ουρλιαχτά χωρίς να μπορούμε να κάνουμε το παραμικρό για να τα αποφύγουμε. Μόλις όμως καταφέραμε και ορθοποδήσαμε λίγο φύγαμε κακήν κακώς- με πράγματα βλέπεις που δεν μπορείς να ελέγξεις είναι καλύτερα να μη παίζεις – κι ευτυχώς γιατί μπορεί να είχαμε και τρελαθεί…Αν με πιστεύεις τώρα ή δεν με πιστεύεις δικαίωμα σου, πέρνα όμως οποιοδήποτε βράδυ του Απρίλη θέλεις έξω από το σπίτι κι αυτά που σου λέω θα τα διαπιστώσεις και μόνη σου.

Συνεχίζουμε με μια ιστορία που, σύμφωνα με όσα βρήκαμε, είχε πάρει πανελλήνιες διαστάσεις και συνέβη πριν από 46 χρόνια. Διαβάζοντας την, δεν μπορεί να μην σου σηκωθεί η τρίχα…

Συνέβη το χειμώνα, το Δεκέμβριο του 1971 στην Κρήτη. Το στρατόπεδο ήταν του Ηρακλείου και το νεκροταφείο εκείνο του Αγίου Κωνσταντίνου και όχι το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, όπου κατά σύμπτωση έχουμε τον οικογενειακό μας τάφο, λίγο πιο κάτω από το κενοτάφιο του Λόρδου Μπάιρον.
Ο στρατιώτης, ο οποίος δεν ήταν από την Κρήτη, συνάντησε μία νύχτα μία κοπέλα, με την οποία βγήκε τρεις φορές και έκανε και τις τρεις φορές έρωτα μαζί της. Ερχόταν πάντοτε από τη μεριά του νεκροταφείου και συνήθως την άφηνε πάλι εκεί μπροστά.Του δικαιολογήθηκε ότι ήταν κόρη του φύλακα του νεκροταφείου, ο οποίος έμενε εκεί στον υπάρχοντα οικίσκο.
Την τέταρτη φορά φαινόταν ανήσυχη, καθώς πλησίαζε η ανατολή. Είχε βροχή και έκανε κρύο. Ήταν ντυμένη αραχνοΰφαντα σχεδόν και φαινόταν να τρέμει από το κρύο. Σημειωτέον ότι ήταν εντυπωσιακά όμορφη κοπέλα. Έτσι ο φαντάρος που ήταν ευαίσθητο παιδί, φερόμενος ιπποτικά της έδωσε την καμπαρτίνα του και αυτή πάλι του είπε να περάσει αύριο από το κανονικό της σπίτι, για να πάρουν μαζί έναν καφέ. Όταν όμως την επομένη πήγε στο σπίτι της, έμεινε άναυδος, διότι η μητέρα της τον πληροφόρησε ότι η κοπέλα είχε πεθάνει πριν τρία χρόνια!
Όταν πήγαν μαζί στο νεκροταφείο ένοιωσε σύγκρυο, καθώς την αντίκρισε στη φωτογραφία της γελαστή. Ξαφνικά ένα ύφασμα πεσμένο πάνω στον τάφο τράβηξε την προσοχή του. Ήταν η καμπαρτίνα του. Είχε δε αραχνοΰφαντο ντύσιμο, διότι είχε πεθάνει καλοκαίρι. Όπως ήταν φυσικό ο άνθρωπος έπαθε σοκ.
Το γεγονός, όπως θυμάμαι, έκανε πάταγο, γράφτηκε στον αθηναϊκό ημερήσιο τύπο, στη Θεσσαλονίκη και τη λοιπή Ελλάδα και απασχόλησε την κοινή γνώμη. Τελικά κατέληξε να γίνει αστικός θρύλος (Urban Legend).

Όπως επίσης για το καφενείο που υπάρχει στο Ηράκλειο Κρήτης…

Ένας θρύλος που συναντιέται στο Ηράκλειο Κρήτης. Πρέπει να μπεις σε ένα (ποιο να είναι όμως) καφενείο και να πεις το συνθηματικό “Ξέρω το μυστικό που κρύβει η καρδιά, και το ξέρω ότι το ξέρεις, κι έχω ένα δώρο για τον Άγιο” παραγγέλνοντας ένα ελληνικό καφέ. Τότε υποτίθεται πως ο καφετζής σε παίρνει παράμερα και σε οδηγεί σε μια καταπακτή που οδηγεί με την σειρά της σε μια στοά κι από εκεί σε μία κρύπτη όπου βρίσκεται διατηρημένο το σώμα ενός Αγίου που αν του αφήσεις ένα νόμισμα και προσευχηθείς τότε σου πραγματοποιεί όποια επιθυμία ζητήσεις. Ο καφετζής σε προειδοποιεί όμως ότι δεν πρέπει να αποκαλύψεις σε κανέναν το σύνθημα ή την τοποθεσία γιατί διαφορετικά η ευχή σου θα μετατραπεί απ’ τον Άγιο σε κατάρα.

Αφήσαμε για τελευταία, μια ιστορία με ιστορικό ενδιαφέρον. Πρόκειται για την Κρήνη του Ντέλη Μάρκου η οποία είναι δίπλα από το Μποδοσάκειο Δημοτικό Σχολείο στην Γιαμαλάκη. Με την έναρξη της πολιορκίας οι Τούρκοι αποκόψαν το υδραγωγείο Μοροζίνη και η πολιτεία υπόφερε από έλλειψη νερού. Το 1666 ο τότε Γενικός Προβλεπτής Αντ. Πρίουλι βρήκε μια φλέγα νερό μέσα στην τάφρο, απέναντι στον προμαχώνα Βηθλεέμ, (Πανάνειο Νοσοκομείο) και το διωχέτευσε σʼ αυτή τη κρήνη από τη Χανιώπορτα. Αποτελεί μνημείο ιστορικό και καλλιτεχνικό και πρέπει όχι μόνο να διατηρηθή μα και να προσεχθεί περισσότερο.

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο βιβλίο του Βασίλη Χαρωνίτη “Η Κρήτη των Θρύλων” (εκδόσεις Κρητικά Γράμματα), η κρήνη είναι στοιχειωμένη από το πνεύμα του Ντέλη Μάρκου που σκοτώθηκε σε μια μονομαχία με τον Τούρκο Ντέλη – Χουσεΐνη. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Ντελη – Μάρκος δεν δέχτηκε την παράδοση της Κάντια στους Τούρκους με αποτέλεσμα να τον δέσουν με αλυσίδες και να τον φυλακίσουν. Αναλυτικά όσα αναφέρει το βιβλίο “Η Κρήτη των Θρύλων”: “Όμως, το παλικάρι δεν πέθανε. Μοιάζει να καρτερεί την ώρα που θα ξαναβει στο αγαπημένο του Ηράκλειο. Και κάθε φορά που κινδυνεύει ο τόπος ή προμηνύεται πόλεμος, ο Ντελη – Μάρκος σαν να ξυπνά από τον αιώνιο ύπνο του. Προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά του και να βγει έξω, να προστατέψει τους ανθρώπους. Τότε ακούγεται παράξενη βοή από τα χτυπήματα που κάνουν οι αλυσίδες στα χέρια του και στα πόδια του παλικαριού. Οι γέροι Καστρινοί που τ’ ακούν, καταλαβαίνουν πως “πράμα κακό θα γενεί”, ανατριχιάζουν σύγκορμοι, κάνουν τον σταυρό τους και παρακολουθούν τον Άγιο Μηνά να μην πάθει κακό ο τόπος”. 

Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το athletic.gr στο Google News και στο Facebook